- λευκαίνεται
- λευκαίνωmake whitepres ind mp 3rd sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
φαλίσσομαι — Α (κατά τον Ησύχ.) «φαλίσσεται λευκαίνεται, ἀφρίζει». [ΕΤΥΜΟΛ. < φαλός* «λευκός». Ο τ. έχει σχηματιστεί πιθ. από ένα θ. *φαλ ι (βλ. και λ. φαλιός)] … Dictionary of Greek
χλώριο — Χημικό στοιχείο με σύμβολο Cl· ανήκει στην έβδομη ομάδα του περιοδικού συστήματος των στοιχείων, στην υποομάδα των αλογόνων· έχει ατομικό αριθμό 17, ατομικό βάρος 35,457, δύο ισότοπα σταθερά, με ατομικό αριθμό 35 και 37 σε αντίστοιχες αναλογίες… … Dictionary of Greek